Οπως ανακοίνωσε το ΙΟΒΕ, το ακαθάριστο εθνικό προϊόν της Ελλάδας αναμένεται να συρρικνωθεί φέτος κατά 4,1-4,2%, επίδοση σημαντικά καλύτερη από την προηγούμενη εκτίμηση, που έκανε λόγο για συρρίκνωση της τάξης του 5%.
Στη συνέχεια, με βάση τις πιο πρόσφατες αναθεωρήσεις και προβολές, το πιθανότερο είναι ότι η ύφεση περίπου θα μηδενισθεί το 2014. Όμως υπάρχουν σημαντικές αβεβαιότητες και εκκρεμότητες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν είτε σε ασθενέστερη ή υπό προϋποθέσεις σε καλύτερη πορεία από αυτήν, αναφέρει το ΙΟΒΕ.
Επίσης, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΙΟΒΕ, η ανακοπή της ανόδου της ανεργίας στο δεύτερο τρίμηνο και κατά πάσα πιθανότητα στους καλοκαιρινούς μήνες, έως και τον Σεπτέμβριο, οδηγεί το ΙΟΒΕ σε εκτίμηση για μέση ανεργία φέτος της τάξης του 27,5%, από 24,2% το 2012. Βελτιώνεται δηλαδή η προηγούμενη εκτίμηση για το επίπεδο της ανεργίας (28,3%).
Όπως επισημαίνεται στην έκθεση του ΙΟΒΕ, η ελληνική οικονομία βρίσκεται πολύ κοντά σε σημείο σταθεροποίησης.
«Ανεξάρτητα από τις επιμέρους και τεχνικής φύσης αναλύσεις για τις λεπτομέρειες των μετρήσεων και των προβλέψεων, τα δίδυμα ελλείμματα που συνόψιζαν τις χρόνιες παθογένειες της οικονομίας, το δημοσιονομικό και του εξωτερικού ισοζυγίου, πλησιάζουν σε σημείο εξισορρόπησης, οι τιμές αποκλιμακώνονται, ενώ η επί εξαετία ύφεση επίσης φαίνεται ότι σταδιακά φτάνει στο τέλος της. Αυτή η σταθεροποίηση της οικονομίας δεν σηματοδοτεί μόνον ότι το καταστροφικό για την οικονομία σενάριο έχει πλέον απομακρυνθεί, αλλά αποτελεί την απαραίτητη βάση για κάθε βελτίωση από τώρα και στο εξής», επισημαίνεται.
Στην έκθεση αναφέρεται επίσης ότι «ασφαλώς, και σε καμία περίπτωση η σταθεροποίηση που έχει επιτευχθεί δεν πρέπει να τεθεί σε κίνδυνο. Η άποψη ότι μπορεί να επιτευχθεί ανάπτυξη μέσω συστηματικών ελλειμμάτων, όπως στο παρελθόν, είναι αφελής και επικίνδυνη. Η ελληνική κοινωνία και οικονομία θα πρέπει να αποδεχθούν την προσαρμογή τους σε δυο βασικούς κανόνες και να υπολογίζουν ότι θα κινούνται κάτω από τους αντίστοιχους περιορισμούς: ότι η αύξηση της κατανάλωσης συνολικά θα ακολουθεί την αύξηση της παραγωγικότητας και ότι ο δημόσιος τομέας δεν θα μπορεί να δαπανά χρήματα που δεν έχει».
Αυτή η προσαρμογή, αναφέρει το ΙΟΒΕ και η συνακόλουθη πειθαρχία, μπορεί να αποτελέσει σημαντικό παράγοντα εξυγίανσης, καθώς θα καταστήσει άμεσο ζητούμενο την αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας. Όμως η στιγμή επιβάλει βαθύτερη και ευρύτερη αξιολόγηση και προβληματισμό. Πρέπει να τονιστεί ότι αν, επιτέλους, οι απαραίτητες διορθωτικές μεταρρυθμίσεις δεν προωθηθούν, με σαφήνεια, επιμονή και με την αίσθηση του απολύτως επείγοντoς, η ελληνική οικονομία κινδυνεύει για πολύ μακρό χρόνο να κινείται «οριζόντια», με πολύ ασθενείς ρυθμούς ανάπτυξης και με εισοδήματα και παραγωγικότητα καθηλωμένα σε χαμηλά επίπεδα.